- προτεταγμένος
- προτάσσωplaceperf part mp masc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πρόταγος — ὁ, Μ [ταγός] ο προτεταγμένος, ο αρχηγέτης, ο αρχηγός («πρόταγον τούτων τὸν Σατίμερ κατεστήσατο», Τζέτζ.) … Dictionary of Greek
ՆԱԽԱԿԱՐԳ — (ի, աց.) NBH 2 0389 Chronological Sequence: Early classical, 6c, 10c ա. προτεταγμένος jam ordinatus, dispositus, praemissus. Նախակարգեալ. նախապատրաստեալ. նախընթաց. *Եկեալ սքանչելի խորհրդակից որդին աստուծոյ՝ կատարել զխորհուրդ նախակարգ յաւիտենիս:… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)